Στείλτε νέα και μηνύματα

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Από την λιτότητα στον λιτό βίο...

litos01

Από την λιτότητα στον λιτό βίο, αναζητώντας μέσα από τον κόσμο του οικονομικού την πολιτική.


Παρακολουθώντας το αντιμνημονιακό κρεσέντο των ημερών και το απροσδόκητα ευρύ πεδίο στήριξης για την νέα κυβέρνηση, από τον Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιο έως και τις φιλοκυβερνητικές διαδηλώσεις των «εξευμενισμένων» (πρώην αγανακτισμένων), έρχονται αναπόφευκτα στο μυαλό μου τα λόγια του Μέγα Ιεροεξεταστή του Ντοστογιέφσκι: “θα έρθουνε πεινασμένοι στα πόδια μας και θα πουν πάρτε μας την συνείδηση αλλά ταΐστε μας ψωμί και θα μας λατρεύουνε για αυτό για πάντα”.


Η κυβέρνηση Σύριζα-Ανελ έχοντας αναλάβει η ίδια την πρωτοβουλία των κινήσεων για την επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου μετέθεσε το βάρος του ζητήματος από το πολιτικό αποκλειστικά στο οικονομικό πεδίο. Αυτό είχε μια φοβερή επίπτωση στην ελληνική κοινωνία καθώς, έχοντας συνηθίσει για χρόνια να εξαπατάται διαρκώς από τους πολιτικούς την κυβερνούσαν, της έκανε μεγάλη εντύπωση η «πρωτοτυπία» του νέου πρωθυπουργού ...να μην υιοθετήσει την μοιραία τακτική των προκατόχων του να είναι απλά ένας διεκπεραιωτής εντολών. Έπραξε δηλαδή κάτι που θα έπρεπε να είχαμε δει να γίνεται από το 2010 από τον Γιώργο Παπανδρέου και ζήτησε να έχει και αυτός λόγο ως πρωθυπουργός ελπίζοντας πιθανόν πως θα έχει καλύτερη κατάληξη από τον προκάτοχο του ο οποίος με τις επιλογές του κατάφερε πραγματικά να αλλάξει την χώρα, το ΠΑΣΟΚ και να διαγράψει πιθανό και αμετάκλητα το γονικό του όνομα από την πολιτική ζωή.


Όμως στο πεδίο της κοινωνίας όλα τα αιτήματα για «πραγματική δημοκρατία» και «να πάρουμε την παραγωγή στα χέρια μας» δείχνουν να έχουν σε μια νύχτα εξανεμιστεί και το ενδιαφέρον του κινήματος και της αριστεράς επικεντρώνεται αποκλειστικά να στηρίξει με όλες τις δυνάμεις το έργο του πρωθυπουργού. Αν βαλθήκαμε να επιβεβαιώσουμε την προφητεία που ήθελε την Ελλάδα να γίνει Βενεζουέλα της Ευρώπης τουλάχιστον στο επίπεδο της πολιτικής λατρείας δείχνουμε να τα πηγαίνουμε μέχρι στιγμής πολύ καλά. Αποδεικνύεται έτσι ακόμα μια φορά πόσο εύκολο τελικά είναι να χορτάσεις με ελπίδες την υλική πείνα και πόσο πιο εύκολα ακόμα ξεχνιέται η δίψα για την Ελευθερία. *


Η πραγματικά απροσδόκητη για όλους επιθετική τακτική της κυβέρνησης απευθύνεται εξίσου σε δύο ακροατήρια, το εσωτερικό και των Βρυξελλών. Και εάν στο εσωτερικό ο ελληνικός λαός καλπάζει αυτή τη στιγμή υπερήφανος τον Ροσινάντε του, στο εξωτερικό η αξιοποίηση του ορθού λόγου για τον διαφωτισμό των Βρυξελλών μοιάζει όλο και πιο πολύ με επίθεση σε ανεμόμυλο.


Η όλη σύγκρουση οδηγεί, και με βάση αυτά που ακούσαμε από το στόμα του πρωθυπουργού στις προγραμματικές δηλώσεις, «πως προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι να διαχειριστεί την ανθρωπιστική κρίση και πως το ελληνικό χρέος μπορεί να εξυπηρετηθεί και χωρίς λιτότητα» 
έτσι, ενόψει του τακτικού Eurogroup για τη Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου το πιο πιθανό είναι σταδιακά οι δύο πλευρές να συνθέσουν μια γέφυρα που και να εξασφαλίζει την παραμονή της ελληνικής κυβέρνησης στην ευρωζώνη αλλά και να εγγυάται την αποπληρωμή του υπαρκτού ελληνικού χρέους. Άλλωστε αυτές οι δύο συνθήκες δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ από την επίσημη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ και επιβεβαιώθηκαν λαμπρά από τις δηλώσεις και την στάση του κ. Βαρουφάκη.

Και ακριβώς για το λόγο αυτό η όποια σύγκρουση έλαβε ως γεγονός έγινε σε επίπεδο τρόικας μιας και που πρόκειται για τίποτα άλλο από ένα κλιμάκιο υπαλλήλων και όχι για το πραγματικό πρόβλημα, ο Σόιμπλε άλλωστε δήλωσε πως λίγο τον νοιάζει εάν θα ονομάζεται τρόικα ή μνημόνιο το οικονομικό πρόγραμμα, αλλά αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η διατήρηση μιας συγκεκριμένης οικονομικής πραγματικότητας για την χώρα. Και αυτή δεν είναι άλλη από την διάλυση της μεσαίας τάξης και την απελευθέρωση του κεφαλαίου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας κάνει μέχρι στιγμής μια ολομέτωπη επίθεση στις βιτρίνες και τις ταμπέλες του μνημονίου φαίνεται αποφασισμένος να καταργήσει τις υπάρχουσες μορφές ελέγχου και να εγγυηθεί ένα «νέο μνημόνιο» το οποίο θα αμφισβητήσει όχι την κατανομή του πλούτου της χώρας ή το χρέος αλλά τον μέχρι τώρα τρόπο αποπληρωμής του.

Έτσι η πολιτική της ακραίας λιτότητας μπορεί να δώσει τη θέση της σε μια πιο ήπια φτώχεια 
ή ένα λιτό βίο αλλά αυτό σημαίνει κυρίως πως 
η κατάσταση που έχει παγιωθεί με την βίαιη αναδιανομή πλούτου προς όφελος του κεφαλαίου είναι χωρίς επιστροφή. 

Εξάλλου η σύγκρουση με τον πλούτο που προανήγγειλε ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να ταράζει κάποιο ταξικό οικοδόμημα αλλά αφορά μια απαραίτητη για την βιωσιμότητα του κράτους φορολογία και δεν βρίσκει καθόλου αντίθετους τους δανειστές της χώρας καθώς όπως γράφει το ΒΗΜΑ, και επιβεβαιώθηκε από το στόμα του γραμματέα του κόμματος των Γερμανών χριστιανοδημοκρατών, «οι ιδέες για την πάταξη της φοροδιαφυγής και το «κυνήγι των ολιγαρχών» ηχούν σίγουρα καλά στα αφτιά τόσο των Γερμανών όσο και άλλων εταίρων», ούτως ή άλλως ήταν από τα γεγονότα επιβεβλημένο για την χώρα να αλλάξει η διαχείριση της από την αρτηριοσκληρωτική ΝΔ και το διεφθαρμένο ΠΑΣΟΚ σε μια πιο φρεσκαρισμένη και ανθρώπινη στον τύπο που προβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Εάν οι σοσιαλιστές και οι δεξιοί βάλανε την Ελλάδα σε ζυγό ακραίας ταξικής οικονομικής πολιτικής είναι οι αριστεροί και οι λαϊκιστές δεξιοί που από εδώ και πέρα θα την διαχειριστούν με ένα πιο δίκαιο τρόπο χωρίς απρόβλεπτες εξελίξεις για το πολιτειακό ζήτημα της χώρας που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν με ακραίο τρόπο τον ιδιωτικό πλούτο.


Πέρα λοιπόν από το εάν είναι επί της ουσίας περισσότερο εσωτερικής κατανάλωσης το όλο θέαμα που παρακολουθούμε τις ημέρες αυτές έχει συμπαρασύρει και την αναγέννηση των «πλατειών» (φευ, σε φιλοκυβερνητική έκδοση αυτή τη φορά), τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η κοινωνική συναίνεση των ημερών που αναδύεται στην κριτική σκέψη και την πολιτική δράση είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον. Για την ώρα σίγουρο είναι πως η έννοια της «εθνικής κυριαρχίας» ή «της επιστροφής της δημοκρατίας στον τόπο που την γέννησε» έχει εντελώς πια παραγκωνισθεί σε οικονομικούς όρους, έτσι ανάλογα που η συζήτηση περί απεχθούς ή παράνομου χρέους και ο λογιστικός του έλεγχος έχουν πάρει την θέση τους στην ρητορική ενός «μνημονίου χωρίς λιτότητα» και «ενός διακανονισμού που θα συμφέρει και τον Γερμανό φορολογούμενο» και μένει ακόμα να δούμε αν θα γίνουν από την κυβέρνηση κάποιου είδους πολιτειακές προτάσεις για αλλαγές.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες μέχρι τώρα για επαναπρόσληψη απολυμένων, για πολιτική κοινωνικών τιμολογίων των δημόσιων αγαθών, για λύση στο κοινωνικό αδιέξοδο των κόκκινων τραπεζικών δανείων, για φορολόγηση στα πλαίσια μιας κοινής λογικής, και για βασικό μισθό στα επίπεδα αξιοπρεπούς φτώχειας, έχουν γίνει από τον πληθυσμό δεκτές με μεγάλη ανακούφιση αλλά από την άλλη οι κάθε είδους διθύραμβοι που ακούγονται και γράφονται τον τελευταίο καιρό για «νίκη επί του δόγματος Σοκ», «το τέλος της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας» και, «το θάνατο της λιτότητας ως πολιτική» είναι μάλλον προϊόντα αφελούς αισιοδοξίας και σε ουκ λίγες περιπτώσεις φιλοκυβερνητικής διάθεσης περισσότερο παρά αντικειμενικές προσεγγίσεις της πραγματικότητας.

Ουδέν μεμπτό δεν θα υπήρχε βέβαια αν η εγχώρια αριστερά και τα κινήματα βάσης υποστήριζαν μια κυβέρνηση η οποία θα εγγυόντανε την εκπλήρωση των πολιτικών τους αιτημάτων και των κοινωνικών τους διεκδικήσεων. Όμως εκτός από κάποιες ρηχές οικονομικές διεκδικήσεις, τίποτα πολιτικό δεν έχει δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα των κινημάτων των τελευταίων ετών,** και όσον αφορά ζητήματα οικολογικού περιεχομένου όπως το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΕΣΔΑ), το ρυθμιστικό σχέδιο, την παραγωγή ενέργειας, τον εξανδραποδισμό του αγροτικού κόσμου και την εξόρυξη χρυσού εκεί πραγματικά δεν σηκώνει κανενός είδους συμβιβασμού. Η κυβέρνηση ή θα υιοθετήσει ένα άλλο παραγωγικό σχέδιο εμπλέκοντας τις τοπικές κοινωνίες στην κυβερνητική διαβούλευση ή θα έρθει σε ευθεία σύγκρουση μαζί τους.


Αυτό που βλέπουμε όμως να συμβαίνει μοιάζει όλο και λιγότερο με μια υπόθεση «δυαδικής εξουσίας» και όλο περισσότερο με ιστορία «κινηματικής ανάθεσης» όπου διάφοροι «κινηματικοί εκπρόσωποι» καλούν την κυβέρνηση να υλοποιήσει τα αιτήματα τους λες και το ζήτημα των Σκουριών, των διοδίων ή των αγορών χωρίς μεσάζοντες πρόκειται για συντεχνιακό θέμα που το κίνημα περιμένει το βύσμα του από τον υπουργό να δώσει λύση. Με την λογική αυτή τα υπάρχοντα κινήματα αποκαλύπτουν την πολιτική τους γύμνια καθώς όλα αυτά τα χρόνια δεν δείξανε να έχουν τελικά καμία άλλη πολιτική εικόνα για τον εαυτό τους και δεχτήκανε να είναι το όχημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που το κυκλοφορούσε από την βουλή στον δρόμο.

Αποτέλεσμα η αδιαμφισβήτητη κινηματική σαστιμάρα των ημερών που εκτονώνει την αμηχανία της σε φιλοκυβερνητικές διαδηλώσεις, έτσι όλο και πιο πολύ τα κινήματα γίνονται σιγά σίγα καθεστωτικοί φρουροί όσο και αν το τελευταίο ακούγεται εντελώς παράδοξο. Άλλωστε για το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας δεν είναι και πρώτη φορά που τυχαίνει κάτι τέτοιο. Η περίοδος 1981/83 αποτέλεσε μια τέτοια παρένθεση συναίνεσης μεταξύ κυβέρνησης – κινήματος όχι βέβαια επάνω στην βάση ενός κοινωνικού μετασχηματισμού αλλά περισσότερο σε αυτή του κοινωνικού βολέματος καθώς με την κομματικοποίηση του εργατικού κινήματος της δεκαετίας του ’70 από το ΠΑΣΟΚ μετατράπηκαν τα αγωνιστικά συνδικάτα και οι συνεταιρισμοί του αγροτικού κόσμου σε κομματικές θερμοκοιτίδες και εφαλτήρια της εξουσίας. Η αποσύνθεση αυτή έφερε και την πλήρη απαξίωση του συνδικαλισμού και του συνεταιρισμού όπως την βιώνουμε σήμερα και εκεί που η κρατική καταστολή και οι διώξεις αποτύγχαναν για πάνω από 70 χρόνια κατάφερε μια σοσιαλιστική κυβέρνηση να τα αδειάσει από κόσμο μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία. Θα ήταν λυπηρό να επαναληφθεί το ίδιο και για τα κοινωνικά κινήματα και τις άμεσο δημοκρατικές διαδικασίες και να μετατραπούν σε μία νύκτα σε φιλοκυβερνητικά σχήματα απλά και μόνο παρασυρόμενα από οικονομικές προσδοκίες.


Κατά κάποιο τρόπο το θετικό με την κυβέρνηση της αριστεράς είναι πως διαλύει το μέχρι τώρα αφηρημένο και θολά συγκροτημένο «αντιμνημονιακό μέτωπο».

Σε γενικές γραμμές μπορούμε τώρα να δούμε αυτούς που πιστεύουν πια πως με το «να φύγουν οι προηγούμενοι» και με το «τέλος της λιτότητας» έχει δικαιωθεί ο αντιμνημονιακός αγώνας και αυτοί είναι σίγουρα η πλειοψηφία του ελληνικού λαού.

Από τους ριζοσπάστες βλέπουμε αυτούς που υποδέχονται την αριστερή κυβέρνηση ως μια δυνατότητα να δημιουργηθεί ένα ντόμινο εξελίξεων προς την κατεύθυνση του κοινωνικού μετασχηματισμού, πως τώρα είναι η ώρα να επιτευχθούν τα αιτήματα του κινήματος. Τέλος αυτούς που μάλλον αποτελούν την μειοψηφία και πιστεύουν πως είναι αδύνατη η σύνθεση των δύο προηγούμενων συνθηκών καθώς η εκπλήρωση οικονομικών αιτημάτων θα παραγκωνίσει τελείως τα πολιτικά. Πως «δημοκρατία και φιλολαϊκή κυβέρνηση» έχουν ταυτιστεί με ένα τελείως παραπλανητικό και μη πολίτικο τρόπο.

Επιπλέον στο επιχείρημα πως η υπάρχουσα λιτότητα πρέπει να αρθεί προκειμένου να διεκδικήσουμε περισσότερες εξουσίες στα χέρια των πολιτών δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε γιατί δεν έγινε αυτό στα προηγούμενα χρόνια αφθονίας.

Για όσους επιλέξουν και συνδέσουν την προοπτική χειραφέτησης της χώρας με την προοπτική επιτυχίας της αριστερής κυβέρνησης καλό είναι να προετοιμάζονται να μοιραστούν μαζί της και την κυβερνητική εντροπία.



...............

*Δεν υπάρχει πιο παραπλανητικό μήνυμα, παρόλο που έχει γίνει αποδεκτό γενικά, από το σύνθημα «Να μην ζήσουμε σαν δούλοι» το οποίο εξισώνει την ζωή του οικονομικά εξαθλιωμένου με αυτή του δούλου. Δούλοι ήμασταν πολύ πριν ακόμα τα μνημόνια είτε με τις πολυδάπανες αγορές μας, τα ακριβά , και τις εξωτικές διακοπές από την στιγμή που ζούσαμε αδιάφοροι και αμέτοχοι για τον δημόσιο βίο. Καμία αλλαγή σε αυτό δεν έγινε από τότε.

**Υπάρχουν ασφαλώς και λαμπρές εξαιρέσεις όπως η πρόταση αυτοδιαχείρισης της υπηρεσίας ύδρευσης – αποχέτευσης Θεσσαλονίκης (Κίνηση 136), η πρόταση της πανελλαδικής συνέλευσης εργαζομένων στην ΕΡΤ για την επαναλειτουργία του δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης με κοινωνικό και εργατικό έλεγχο, οι πρωτοβουλίες για τη διαχείριση των απορριμμάτων, και αρκετές κινήσεις πολιτών που διεκδίκησαν με άμεσο δημοκρατικό τρόπο τους δήμους τους. Πέρα από αυτές τις περιπτώσεις τα υπόλοιπα κινήματα δεν θίξανε τον πυρήνα της εξουσίας, περισσότερο λειτουργήσανε αντιπολιτευτικά.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου